Αύξηση έως και 10% παρουσιάζουν τα τελευταία δύο χρόνια οι μετανάστες που φοιτούν στην ελληνική δημόσια πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Περίπου 109.000 Αλβανοί, Βούλγαροι, Νιγηριανοί, Πακιστανοί, Ρουμάνοι, Πολωνοί και Γεωργιανοί επιλέγουν να καθίσουν στα σχολικά θρανία, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 10% του συνόλου του μαθητικού πληθυσμού.
Ενώ στις δυτικές κοινωνίες η διδασκαλία γλωσσών και ιστορίας της χώρας προέλευσης των μαθητών αποτελεί πάγια εκπαιδευτική πολιτική, στην Ελλάδα καμία προσπάθεια δεν γίνεται προς την κατεύθυνση αυτή. Αποτέλεσμα είναι οι χαμηλές σχολικές επιδόσεις των μεταναστών και η καθυστέρηση στην πλήρη ενσωμάτωσή τους.
Οι χώρες προέλευσής τους είναι σήμερα περισσότερες από 140. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του ΙΠΟΔΕ (Ινστιτούτο Παιδείας Ομογενών και Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης) το 80,6% αυτών κατάγεται από την Αλβανία, ενώ η αμέσως επόμενη χώρα προέλευσης είναι η Βουλγαρία σε ποσοστό 3%. Στην περίπτωση των παλιννοστούντων, βασική χώρα καταγωγής είναι η Γεωργία.
Κέντρα υποδοχής των περισσοτέρων αποδεικνύονται τα μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Εξαιτίας των δυσκολιών στη μελέτη, στην αφομοίωση της γλώσσας και, κυρίως, λόγω του αισθήματος ανασφάλειας που καλλιεργείται στις «γκετοποιημένες» παροικίες τους, παρατηρούνται υψηλά ποσοστά διαρροής ή και διακοπής του σχολείου ήδη από τις τελευταίες τάξεις του δημοτικού.
Σε πολλές περιπτώσεις το ενδιαφέρον των μεταναστών για μάθηση είναι αυξημένο σε σχέση με αυτό των γηγενών της ίδιας σχολικής τάξης αλλά, όπως υποστηρίζουν οι αρμόδιοι φορείς, «αυτό δεν αρκεί». Οι μειωμένες σχολικές επιδόσεις συνδέονται συχνά με την ταυτότητα του μαθητή, την «αφομοιωτική επίθεση» που δέχεται και τη «διάκριση» που νιώθει από την εκάστοτε πλειοψηφική κοινότητα.
Φωτεινά παραδείγματα αποτελούν ο Καναδάς και η Αυστραλία. Εκεί οι μετανάστες-μαθητές όχι μόνο δεν παρουσιάζουν δυσκολίες στην προσαρμογή τους στο σχολικό περιβάλλον, αλλά ταυτόχρονα έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρακολουθήσουν την επόμενη σχολική βαθμίδα σε σχολεία αυξημένου κύρους. Υψηλές καταγράφονται οι επιδόσεις τους σε όλη τη διάρκεια της σχολικής τους «θητείας», ενώ ο δρόμος για την είσοδο στην αγορά εργασίας είναι λιγότερο «δύσβατος» σε σχέση με τα ελληνικά δεδομένα.
Παράλληλα, σε Γερμανία, Ολλανδία και Δανία ξεκίνησε πρόσφατα κύκλος συζητήσεων για την ομαλή ενταξιακή πορεία των αλλοδαπών στους κόλπους της σχολικής κοινότητας, ενώ έμφαση θα δοθεί στην προσπάθεια επαγγελματικής ανέλιξής τους.
Ενώ στις δυτικές κοινωνίες η διδασκαλία γλωσσών και ιστορίας της χώρας προέλευσης των μαθητών αποτελεί πάγια εκπαιδευτική πολιτική, στην Ελλάδα καμία προσπάθεια δεν γίνεται προς την κατεύθυνση αυτή. Αποτέλεσμα είναι οι χαμηλές σχολικές επιδόσεις των μεταναστών και η καθυστέρηση στην πλήρη ενσωμάτωσή τους.
Οι χώρες προέλευσής τους είναι σήμερα περισσότερες από 140. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του ΙΠΟΔΕ (Ινστιτούτο Παιδείας Ομογενών και Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης) το 80,6% αυτών κατάγεται από την Αλβανία, ενώ η αμέσως επόμενη χώρα προέλευσης είναι η Βουλγαρία σε ποσοστό 3%. Στην περίπτωση των παλιννοστούντων, βασική χώρα καταγωγής είναι η Γεωργία.
Κέντρα υποδοχής των περισσοτέρων αποδεικνύονται τα μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Εξαιτίας των δυσκολιών στη μελέτη, στην αφομοίωση της γλώσσας και, κυρίως, λόγω του αισθήματος ανασφάλειας που καλλιεργείται στις «γκετοποιημένες» παροικίες τους, παρατηρούνται υψηλά ποσοστά διαρροής ή και διακοπής του σχολείου ήδη από τις τελευταίες τάξεις του δημοτικού.
Σε πολλές περιπτώσεις το ενδιαφέρον των μεταναστών για μάθηση είναι αυξημένο σε σχέση με αυτό των γηγενών της ίδιας σχολικής τάξης αλλά, όπως υποστηρίζουν οι αρμόδιοι φορείς, «αυτό δεν αρκεί». Οι μειωμένες σχολικές επιδόσεις συνδέονται συχνά με την ταυτότητα του μαθητή, την «αφομοιωτική επίθεση» που δέχεται και τη «διάκριση» που νιώθει από την εκάστοτε πλειοψηφική κοινότητα.
Φωτεινά παραδείγματα αποτελούν ο Καναδάς και η Αυστραλία. Εκεί οι μετανάστες-μαθητές όχι μόνο δεν παρουσιάζουν δυσκολίες στην προσαρμογή τους στο σχολικό περιβάλλον, αλλά ταυτόχρονα έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρακολουθήσουν την επόμενη σχολική βαθμίδα σε σχολεία αυξημένου κύρους. Υψηλές καταγράφονται οι επιδόσεις τους σε όλη τη διάρκεια της σχολικής τους «θητείας», ενώ ο δρόμος για την είσοδο στην αγορά εργασίας είναι λιγότερο «δύσβατος» σε σχέση με τα ελληνικά δεδομένα.
Παράλληλα, σε Γερμανία, Ολλανδία και Δανία ξεκίνησε πρόσφατα κύκλος συζητήσεων για την ομαλή ενταξιακή πορεία των αλλοδαπών στους κόλπους της σχολικής κοινότητας, ενώ έμφαση θα δοθεί στην προσπάθεια επαγγελματικής ανέλιξής τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου